Φίλε επισκέπτη του ιστολογίου μου, καλώς ήρθες!
Είχα ένα ιστολόγιο από τον Ιούνιο 2007 στο pathfinder με διεύθυνση math-telos-agras.pblogs.gr (Δείτε το διαδικτυακό αρχείο εδώ). Το pathfinder δεν ήταν μια παγκόσμια υπηρεσία φιλοξενίας ιστολογίων, όπως το blogspot, αλλά προερχόταν από την Ελλάδα και αυτό ήταν που με έκανε να συντηρώ εκεί το ιστολόγιό μου.
Από τις 10 Απριλίου 2018, η φιλοξενία ιστολογίων στο
pathfinder σταμάτησε κι έτσι –διαδικτυακός πρόσφυγας πια- αναγκάστηκα να αναζητήσω τη «στέγασή» μου στο blogspot, όπου είχα φτιάξει τον Φεβρουάριο 2008 ένα δοκιμαστικό ιστολόγιο που κρατούσα εν υπνώσει. Το ιστολόγιο στο οποίο αναφέρομαι βρίσκεται εδώ: https://agras1907.blogspot.gr/
Φιλοδοξώ σ' αυτές τις σελίδες να αναδημοσιεύσω προβληματισμούς και απόψεις που με βρίσκουν σύμφωνο ή έχω να διατυπώσω ενστάσεις. Δεσμεύομαι βεβαίως, να αναφέρω ΠΑΝΤΑ την πηγή. Βεβαίως, δεν θα λείπουν και αναρτήσεις με τις απόψεις, τις ιδέες και τους προβληματισμούς μου.

«Καθένας μπορεί να εκφράζει και να διαδίδει προφορικά, γραπτά και δια του τύπου τους στοχασμούς του». (Σύνταγμα Άρ. 14 παρ. 1)

Τρίτη 24 Μαρτίου 2020

Ο βράχος και το κύμα




Αυτό το επαναστατικό ποίημα, ο Αριστοτέλης Βαλαωρίτης, το συνέθεσε το 1863. Το ορμητικό κύμα συμβολίζει τον υπόδουλο Ελληνισμό που με την Εθνεγερσία, το 1821, σηκώνει το κεφάλι του απέναντι στο βράχο, τον Τούρκο δυνάστη δηλαδή.
Επειδή, η γνώση είναι δύναμη!






«Μέριασε, βράχε, να διαβώ», το κύμ’ ανδρειωμένο
λέγει στην πέτρα του γιαλού θολό, μελανιασμένο.

«Μέριασε! Μες στα στήθη μου, που ’σαν νεκρά και κρύα,
μαύρος βοριάς εφώλιασε και μαύρη τρικυμία.

Αφρούς δεν έχω γι’ άρματα, κούφια βοή γι’ αντάρα,
έχω ποτάμι αίματα, μ’ εθέριεψε η κατάρα
του κόσμου που βαρέθηκε, του κόσμου που ’πε τώρα,
βράχε, θα πέσεις, έφτασεν η φοβερή σου ώρα.

Όταν ερχόμουνα σιγά, δειλό, παραδαρμένο,
και σὄγλειφα και σὄπλενα τα πόδια δουλωμένο,
περήφανα μ’ εκοίταζες κι εφώναζες του κόσμου
να ιδεί την καταφρόνεση που πάθαινε ο αφρός μου.

Κι αντίς εγώ κρυφά κρυφά, εκεί που σ’ εφιλούσα,
μέρα και νύχτα σ’ έσκαφτα, τη σάρκα σου εδαγκούσα,
και την πληγή που σ’ άνοιγα, το λάκκο που ’θε’ κάμω,
με φύκη τον επλάκωνα, τον έκρυβα στον άμμο.

Σκύψε να ιδείς τη ρίζα σου στης θάλασσας τα βύθη
τα θέμελά σου τα ’φαγα, σ’ έκαμα κουφολίθι.
Μέριασε, βράχε, να διαβώ! Του δούλου το ποδάρι
θα σε πατήσει στο λαιμό… Εξύπνησα λιοντάρι!…»

Ο βράχος εκοιμότουνε. Στην καταχνιά κρυμμένος,
αναίσθητος σου φαίνεται, νεκρός σαβανωμένος.
Του φώτιζαν το μέτωπο, σχισμένο από ρυτίδες,
του φεγγαριού, που ’ταν χλωμό, μισόσβηστες αχτίδες.

Ολόγυρά του ονείρατα, κατάρες ανεμίζουν,
και στον ανεμοστρόβιλο φαντάσματ’ αρμενίζουν,
καθώς ανεμοδέρνουνε και φτεροθορυβούνε
τη δυσωδία του νεκρού τα όρνια αν μυριστούνε.

Το μούγκρισμα του κύματος, την άσπλαχνη φοβέρα
χίλιες φορές την άκουσεν ο βράχος στον αιθέρα
ν’ αντιβοά τρομαχτικά, χωρίς καν να ξυπνήσει
και σήμερ’ ανατρίχιασε, λες θα λιγοψυχήσει.

«Κύμα, τί θέλεις από με και τί με φοβερίζεις;
Ποιός είσαι συ κι ετόλμησες, αντί να με δροσίζεις,
αντί με το τραγούδι σου τον ύπνο μου να ευφραίνεις
και με τα κρύα σου νερά τη φτέρνα μου να πλένεις,
εμπρός μου στέκεις φοβερό, μ’ αφρούς στεφανωμένο;
Όποιος κι αν είσαι, μάθε το: εύκολα δεν πεθαίνω».

«Βράχε, με λεν Εκδίκηση. Μ’ επότισεν ο χρόνος
χολή και καταφρόνεση. Μ’ ανάθρεψεν ο πόνος.
Ήμουνα δάκρυ μια φορά, και τώρα, κοίταξέ με,
έγινα θάλασσα πλατιά. Πέσε, προσκύνησέ με.
Εδώ, μέσα στα σπλάχνα μου, βλέπεις δεν έχω φύκη,
σέρνω ένα σύγνεφο ψυχές, ερμιά και καταδίκη.
Ξύπνησε τώρα, σε ζητούν του Άδη μου τ’ αχνάρια…
Μ’ έκαμες ξυλοκρέβατο… Με φόρτωσες κουφάρια…
Σε ξένους μ’ έριξες γιαλούς… Το ψυχομάχημά μου
το περιγέλασαν πολλοί, και τα παθήματά μου
τα φαρμακέψανε κρυφά με την ελεημοσύνη…
Μέριασε, βράχε, να διαβώ, επέρασε η γαλήνη
καταποτήρας είμ’ εγώ, ο άσπονδος εχθρός σου,
γίγαντας στέκω εμπρός σου!»

Ο βράχος εβουβάθηκε. Το κύμα στην ορμή του
εκαταπόντισε μεμιάς το κούφιο το κορμί του.
Χάνεται μες στην άβυσσο, τρίβεται, σβηέται, λιώνει
σα να ’ταν από χιόνι.

Επάνωθέ του εβόγκηξε, για λίγο αγριωμένη,
η θάλασσα κι εκλείστηκε. Τώρα δεν απομένει
στον τόπο που ’ταν το στοιχειό κανείς παρά το κύμα
που παίζει γαλανόλευκο επάνω από το μνήμα.


Διαδώστε την ανάρτηση σε φίλους και γνωστούς.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Βούλομαι, εκφράζομαι και έτσι υπάρχω!

Δημοφιλείς αναρτήσεις των τελευταίων 30 ημερών.

ΔΑΚΕ Καθηγητών ΔΕ